«Εγέρθητι» ή «Εγέρθητω»;

Για τους περισσότερους συμπατριώτες το παράγγελμα που ακούστηκε (σε διάφορες εκδοχές και τόνους) το βράδυ της Κυριακής 6 Μαΐου ήταν ένα βαρύ πλήγμα. Δεν το σχολιάζω. Η χώρα ξύπνησε πολύ αργά. Κάθε φορά όμως που έχουμε εκλογές, οι περισσότεροι από όσους ασκούμε το δικαίωμα ερχόμαστε σε άμεση επαφή με τον κτηριακό πολιτισμό των αντιεκπαιδευτικών εκπαιδευτηρίων. Τι μαύρη απελπισία είναι αυτή; Τι θλίψη!

Πώς είναι δυνατόν να στέλνουμε τα παιδιά μας σε αυτά τα τσιμεντένια, τα απάνθρωπα συγκροτήματα; Τι μπορεί να περιμένει μία κοινωνία από τις νέες γενιές που μεγαλώνουν μέσα στη γκριζωπή αθλιότητα που λειτουργεί τόσο αρνητικά στην ιδιοσυγκρασία παιδιών 6 και 8 χρονών ή 12 ή 14; Τι είδους αισθητική καλλιεργείται, τι μηνύματα, τι κώδικες και συμβολισμοί υποκουλτούρας (συνώνυμων της ασκήμιας και της βίας) περνούν καθημερινά επί πέντε έξι ώρες επί δέκα μήνες επί δώδεκα ή και δεκατέσσερα χρόνια; Ποιο είναι εντέλει το περιβάλλον μέσα στο οποίο «μορφώνονται» τα ελληνάκια ή «ελληνοποιούνται» τα ξενάκια;

Βρέθηκα σε ένα πολυσυγκρότημα σχολείων της Α΄ Αθηνών. Δέντρο κανένα. Αυλή στα πρότυπα φυλακής. Σκάλες πελώριες, κακόγουστες. Στους τοίχους των κλιμακοστασίων που και που ένα κάδρο εκτός τόπου, χρόνου και κλίμακας με ήρωες του 1821. Στα γραφεία δασκάλων και καθηγητών δεν μπήκα. Γνωρίζω από άλλες επισκέψεις μου τις τραγικές συνθήκες που επικρατούν. Πώς να πάρουν μία ανάσα αυτοί οι άνθρωποι ανάμεσα στις ώρες διδασκαλίας; Σε μερικά κεντρικότατα σχολειά –ακόμα και πρότυπα, σύμφωνα με το Υπουργείο– το διδακτικό προσωπικό κυκλοφορεί με ομπρέλες όταν βρέχει (γιατί στάζουν οι οροφές). Ναι, στα γραφεία όπου παστώνονται δέκα, είκοσι ή και σαράντα εκπαιδευτικοί δεν μπήκα.

Είδα όμως τις τάξεις. Του δημοτικού! Εκεί όπου αρχίζουν τον κοινωνικό τους βίο τα πιτσιρίκια. Εκεί όπου έρχονται για πρώτη φορά σε επαφή με την ζωή, με την πραγματικότητα, με το κράτος των ενήλικων. Εκεί όπου στεγνώνουν οι χυμοί του νεαρού οργανισμού, που στραγγίζουν τα όνειρα, που διαλύονται οι ελπίδες. Εκεί όπου αρχίζει η μιζέρια. Κατά άλλα, ήταν ένα συνηθισμένο κτίσμα του ελληνικού δημοσίου. Μπορεί να θεωρείται και μοντέρνο, καλοφτιαγμένο. Μπορεί και να θεωρούν ότι πληροί όλες τις προδιαγραφές. Και με το παραπάνω.

Μπορεί να αντιτάξει κανείς πολύ σοβαρότερα προβλήματα σε σχέση με την εκπαίδευση. Από την θέρμανση και τα σπασμένα τζάμια μέχρι την έλλειψη σχολικών βιβλίων και την διακίνηση ναρκωτικών ή τις παράγκες που εξακολουθούν να λειτουργούν δεκαετίες μετά τους σεισμούς της Θεσσαλονίκης ή της Αθήνας. Αλλά το κτίσμα καθρεφτίζει την επίσημη άποψη για την παιδεία. Κι επειδή η πρωτοβάθμια εκπαίδευση είναι ο βασικός πυλώνας της σχέσης των νεογνών με το κράτος και τον δημόσιο χώρο, αυτή είναι η αιτία της βαθύτατης θλίψης μου. Από εκεί και πέρα, όλα είναι αναμενόμενα.

Γιατί μας ξάφνιασε τόσο το στρατιωτικό παράγγελμα που ακούστηκε σε εκείνη την συγκέντρωση των εκπροσώπων του τύπου το βράδυ της εκλογικής Κυριακής και, εκτός των άλλων, γιατί προσέξαμε τον σολοικισμό του «λεβεντόπαιδου» όταν η γλώσσα έχει υποστεί τα πάνδεινα από υπουργούς, βουλευτές, δημοσιογράφους κι άλλα τηλεοπτικά-ραδιοφωνικά πρόσωπα που μας βομβαρδίζουν εδώ και χρόνια με σημεία και τέρατα;

Τα φυτώρια είναι τα σχολειά. Οι πράξεις βίας, οι εκρήξεις θυμού, τα συμπλέγματα, η διάθεση καταστροφής δημόσιας περιουσίας αρχίζουν από τα νηπιαγωγεία. Αξίζει να ακούσει κανείς τις εμπειρίες δημόσιων λειτουργών-νηπιαγωγών που εργάζονται στις μικροζούγκλες των αστικών κέντρων –ιδίως στην περιφέρεια των πόλεων. Αν δεν πάψουμε να στρουθοκαμηλίζουμε, τα άγρια ξαφνιάσματα και τα τρομακτικά-τρομοκρατικά πλήγματα θα πολλαπλασιαστούν.

ΜΚ, την Δευτέρα μετά τις εθνικές εκλογές

Περισσότερα σε αυτή την κατηγορία: « Με τον φακό ΠΡΩΤΟΜΑΓΙΑ »